Κεχριμπάρι | Ήλεκτρον


Το Κεχριμπάρι είναι απολιθωμενο ρετσίνι κωνοφόρων δέντρων που ζούσαν πριν από 25 εως 65 εκατομμύρια χρόνια, ακριβώς πριν τη μεγάλη παγετώδη περίοδο (Ηώκαινο και Παλαιόκαινο).

Ανέκαθεν, η σπουδαιότερη πηγή Κεχριμπαριού είναι η περιοχή της Βαλτικής. Σε όλη αυτή την περιοχή, πολλά εκατομμύρια χρόνια πριν, εκτεινόταν ένα τεράστιο δάσος το οποιό βυθίστηκε εν μέρει στη θάλασσα και εν μέρει στην ξηρά. Οι χώρες που καταλαμβάνουν σήμερα την περιοχή αυτή είναι η Γερμανία, Πολωνία και Δανία.

Η κυριότερη πηγή κεχριμπαριού είναι η ακτή Samland της Ανατολικής Πρωσσίας, το σημερινό Καλίνινγκραντ της Πολωνίας. Το Κεχριμπάρι αυτής της περιοχής ονομάζεται Σαξινίτης και είναι κίτρινο ή καφεκίτρινο χρώμα.

Το κεχριμπάρι της Θάλασσας που έχει ξεβρασθεί από τα κύμματα είναι μικρά και ελαφρά κομμάτια που μεταφέρονται σε μεγάλες απόστάσεις. Έτσι βρίσκουμε Κεχριμπάρι στις ακτές της Βαλτικής θάλασσας και στις ακτές της Νορβηγίας, όπως και σε γειτονικών κρατών όπως τις Αγγλίας όπως αυτά μεταφέρθηκαν μέσα από θύελλες. Το θαλάσσιο κεχριμπάρι είναι στέρεο και το περισυνέλεγαν οι ψαράδες.

Κεχριμπάρι

Το χρώμα,η ζεστασιά και οι ηλεκτρικές του ιδιότητες έχουν χαρίσει στο κεχριμπάρι φήμη προστατευτικής και μαγικής ουσίας. Έτσι δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι χιλιάδες χρόνια τώρα καίγεται σαν λιβάνι κατά τη διάρκεια πνευματικών και θρησκευτικών τελετών. Όταν καεί, το κεχριμπάρι απελευθερώνει ευωδιαστό άρωμα πεύκου. Εξαιτίας την οργανικής του φύσης, το χρώμα του κεχριμπαριού συχνά ποικίλλει, ανάλογα με τον τύπο της ξένης ύλης που σκεπάστηκε με τον χυμό μετά από την έκκριση του φυτού: Μπορεί να είναι κίτρινο ή να έχει τον χρυσό τόνο ή το χρώμα του μελιού με το οποίο είμαστε εξοικειωμένοι, αλλά και κόκκινο, μπλε και πράσινο ενώ μπορεί επίσης να είναι αδιαφανές. Το γνήσιο κεχριμπάρι απελευθερώνει μία ευωδία πεύκου όταν τσιμπηθεί με ζεστή βελόνα. Αντίθετα, το πλαστικό θα μυρίσει δυσάρεστα. Το πραγματικό κεχριμπάρι είναι απαλό και ζεστό στο άγγιγμα, σε αντίθεση με το πλαστικό που είναι σκληρό και κρύο.

Στην κλίμακα σκληρότητας Mohs το κεχριμπάρι έχει σκληρότητα 1,5 – 2,5. Αυτή διαφέρει ανάλογα από την προέλευση και τον τύπο του κεχριμπαριού. H μικρή σκληρότητά του είναι και ο βασικός παράγοντας της δύσκολης συντήρησής του κατά την διάρκεια των χρόνων.

Ο δείκτης διάθλασης το κεχριμπαριού είναι 1,54. Αυτό σημαίνει ότι παραμένει σταθερός άσχετα από τον τύπο και την γεωγραφική του προέλευση. Δηλαδή τα κεχριμπάρι αλλάζει την πορεία του φωτός κατά τέτοια γωνία όπως κάνουν και οι κρύσταλλοι των ορυκτών.

Το κεχριμπάρι είναι πολύ ελαφρύ και δίνει την αίσθηση πλαστικού. Οι Έλληνες το αποκαλούσαν ήλεκτρο, εξαιτίας της φωτεινότητας και της λαμπρότητάς του (σύμφωνα με το Λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη). Το πραγματικό κεχριμπάρι επιπλέει σε αλατόνερο (περιεκτικότητας περίπου 2 κουταλιών της σούπας αλάτι ανά κούπα νερού). Αντίθετα, το πλαστικό (σε πολλές μορφές του) και ο βακελίτης βυθίζονται. Το ειδικό βάρος του είναι σχετικά χαμηλό, 1,05 – 1,10. Πρακτικά το κεχριμπάρι επιπλέει σε αλατισμένο νερό. Δεν επιπλέει στην θάλασσα αλλά μπορεί και μετακινείται μίλια ολόκληρα σ’ αυτήν.

Κεχριμπάρι

Εξαιτίας την οργανικής του φύσης, το χρώμα του κεχριμπαριού συχνά ποικίλλει, ανάλογα με τον τύπο της ξένης ύλης που σκεπάστηκε με τον χυμό μετά από την έκκριση του φυτού. Το χρώμα του κεχριμπαριού μπορεί να είναι κίτρινο, ή να έχει τον χρυσό τόνο ή το χρώμα του μελιού (με το οποίο είμαστε πιο εξοικειωμένοι), αλλά και κόκκινο, μπλε και πράσινο και μπορεί επίσης να είναι αδιαφανές

  • Διάφανο
  • Λευκό
  • Με Καθαρότητα νερού (τελείως διαυγές)
  • Κίτρινο ή κόκκινο (Διαυγές αλλά με μια μικρή απόχρωση)
  • Νεφελώδες, λιπαρό (Διαυγές αλλά με ένα φίνο «νεφέλωμα»)
  • Kapusciak ή λαχανόφυλλο (καθαρό με νεφελώδεις στροβίλους)
  • Νεφελώδες νόθο ((καθαρό με πυκνά νεφελώματα)
  • Νόθο ενάρετο (Άσπρο / γκρι καθ’ ολοκληρία)
  • Kumst (ποτό Τατάρων)(Κίτρινο / καφεκίτρινο νεφελώδες καθ’ ολοκληρία)
  • Ημινόθο (Πυκνά νεφελώδες)
  • Οστεώδες ή μαργαριταρένιο (Πυκνά λευκό νεφελώδες)
  • Αφρώδες (λευκό και τελείως απαλό)
  • Γαλανό (Δομινικανικό κεχριμπάρι) από την Ισπανιόλα κυρίως από την Δομινικανή Δημοκρατία· φαίνεται γαλανό εξαιτίας φθοριζούσων μοριών.
Για το χρώμα του κεχριμπαριού έχουν γραφτεί ολόκληρα βιβλία και sites. Πάντως αυτό περιγράφεται κυρίως με δύο τρόπους: την θολερότητα και την απόχρωση. Το περισσότερο θολό κεχριμπάρι είναι το λεγόμενο άσπρο. Μια ολόκληρη γλώσσα έχει αναπτυχθεί για να περιγράψει την θολερότητα του κεχριμπαριού από το λευκό μέχρι