Ανέκαθεν, η σπουδαιότερη πηγή Κεχριμπαριού είναι η περιοχή της Βαλτικής. Σε όλη αυτή την περιοχή, πολλά εκατομμύρια χρόνια πριν, εκτεινόταν ένα τεράστιο δάσος το οποιό βυθίστηκε εν μέρει στη θάλασσα και εν μέρει στην ξηρά. Οι χώρες που καταλαμβάνουν σήμερα την περιοχή αυτή είναι η Γερμανία, Πολωνία και Δανία.
Το κεχριμπάρι της Θάλασσας που έχει ξεβρασθεί από τα κύμματα είναι μικρά και ελαφρά κομμάτια που μεταφέρονται σε μεγάλες απόστάσεις. Έτσι βρίσκουμε Κεχριμπάρι στις ακτές της Βαλτικής θάλασσας και στις ακτές της Νορβηγίας, όπως και σε γειτονικών κρατών όπως τις Αγγλίας όπως αυτά μεταφέρθηκαν μέσα από θύελλες. Το θαλάσσιο κεχριμπάρι είναι στέρεο και το περισυνέλεγαν οι ψαράδες.
Το χρώμα,η ζεστασιά και οι ηλεκτρικές του ιδιότητες έχουν χαρίσει στο κεχριμπάρι φήμη προστατευτικής και μαγικής ουσίας. Έτσι δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι χιλιάδες χρόνια τώρα καίγεται σαν λιβάνι κατά τη διάρκεια πνευματικών και θρησκευτικών τελετών. Όταν καεί, το κεχριμπάρι απελευθερώνει ευωδιαστό άρωμα πεύκου. Εξαιτίας την οργανικής του φύσης, το χρώμα του κεχριμπαριού συχνά ποικίλλει, ανάλογα με τον τύπο της ξένης ύλης που σκεπάστηκε με τον χυμό μετά από την έκκριση του φυτού: Μπορεί να είναι κίτρινο ή να έχει τον χρυσό τόνο ή το χρώμα του μελιού με το οποίο είμαστε εξοικειωμένοι, αλλά και κόκκινο, μπλε και πράσινο ενώ μπορεί επίσης να είναι αδιαφανές. Το γνήσιο κεχριμπάρι απελευθερώνει μία ευωδία πεύκου όταν τσιμπηθεί με ζεστή βελόνα. Αντίθετα, το πλαστικό θα μυρίσει δυσάρεστα. Το πραγματικό κεχριμπάρι είναι απαλό και ζεστό στο άγγιγμα, σε αντίθεση με το πλαστικό που είναι σκληρό και κρύο.
Ο δείκτης διάθλασης το κεχριμπαριού είναι 1,54. Αυτό σημαίνει ότι παραμένει σταθερός άσχετα από τον τύπο και την γεωγραφική του προέλευση. Δηλαδή τα κεχριμπάρι αλλάζει την πορεία του φωτός κατά τέτοια γωνία όπως κάνουν και οι κρύσταλλοι των ορυκτών.
Το κεχριμπάρι είναι πολύ ελαφρύ και δίνει την αίσθηση πλαστικού. Οι Έλληνες το αποκαλούσαν ήλεκτρο, εξαιτίας της φωτεινότητας και της λαμπρότητάς του (σύμφωνα με το Λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη). Το πραγματικό κεχριμπάρι επιπλέει σε αλατόνερο (περιεκτικότητας περίπου 2 κουταλιών της σούπας αλάτι ανά κούπα νερού). Αντίθετα, το πλαστικό (σε πολλές μορφές του) και ο βακελίτης βυθίζονται. Το ειδικό βάρος του είναι σχετικά χαμηλό, 1,05 – 1,10. Πρακτικά το κεχριμπάρι επιπλέει σε αλατισμένο νερό. Δεν επιπλέει στην θάλασσα αλλά μπορεί και μετακινείται μίλια ολόκληρα σ’ αυτήν.
Εξαιτίας την οργανικής του φύσης, το χρώμα του κεχριμπαριού συχνά ποικίλλει, ανάλογα με τον τύπο της ξένης ύλης που σκεπάστηκε με τον χυμό μετά από την έκκριση του φυτού. Το χρώμα του κεχριμπαριού μπορεί να είναι κίτρινο, ή να έχει τον χρυσό τόνο ή το χρώμα του μελιού (με το οποίο είμαστε πιο εξοικειωμένοι), αλλά και κόκκινο, μπλε και πράσινο και μπορεί επίσης να είναι αδιαφανές